Το όνειρο.
Η ερμηνεία και η χρήση του στη λακανική θεραπεία
Silvia Baudini και Fabián Naparstek
«Έχω, βέβαια, το δικαίωμα, όπως ο Φρόιντ, να μοιραστώ τα όνειρά μου μαζί σας. Σε αντίθεση με εκείνα του Φρόιντ, τα όνειρά μου δεν εμπνέονται από την επιθυμία να κοιμηθώ. Αυτό που με κινεί είναι μάλλον η επιθυμία να ξυπνήσω. Αλλά αυτό, εν τέλει, είναι κάτι ιδιαίτερο».[1]
Το έτος 1900 σηματοδοτεί την αρχή της ψυχανάλυσης: ο Φρόιντ δημοσιεύει την Ερμηνεία Των Ονείρων. Το 2020, 120 χρόνια μετά, στον προσανατολισμό μας, στον λακανικό προσανατολισμό, επικεντρώνουμε το θέμα του XII-ου Συνέδρου της ΠΨΕ γύρω από το ζήτημα «Το Όνειρο. Η ερμηνεία και η χρήση του στη λακανική θεραπεία». Το όνειρο, στον ενικό, είναι το όνειρο που είναι προσδεμένο στον ονειρευόμενο, σε ένα σώμα που ονειρεύεται και το οποίο μιλάει για αυτό το όνειρο στον αναλυτή του. Ακούμε το όνειρο στον ενικό, όπως ο Ζ.-Α. Μιλλέρ το παρουσιάζει στη μετάφραση του Traumdeutung του Φρόιντ, τη στιγμή που οι μεταφραστές μάλλον προτίμησαν μια εκδοχή του τίτλου στον πληθυντικό: η ερμηνεία των ονείρων.
Το όνειρο συμπλέκεται, με αυτό τον τρόπο, με το ομιλούν σώμα και με αυτό που από το ασυνείδητο επαληθεύεται όταν αναλύουμε το parlêtre, το ομιλ-όν.
Το θέμα αυτό προκύπτει από την ανταλλαγή απόψεων με τον Ζ.-Α. Μιλλέρ και άλλους συναδέλφους [2]. Είναι τόσο χαρακτηριστικό για την ψυχανάλυση από τις απαρχές της, αλλά, ταυτόχρονα, θέτει νέα ερωτήματα για εμάς σήμερα. Στο Ρίο ντε Τζανέιρο, ο Ζ.-Α. Μιλλέρ ήδη μας επεσήμανε ότι είχαμε δώσει πολύ μεγάλη έμφαση στο ζήτημα του σώματος αλλά δεν είχαμε δώσει την ίδια στο ασυνείδητο. Ε λοιπόν, η επιλογή το ονείρου μας προσανατολίζει σε αυτή την κατεύθυνση. Το θέμα αυτό συναρθρώνεται, επίσης, με τη γραμμή της εξέλιξης που επιζητούμε από το ένα Συνέδριο στο άλλο: «Ένα πραγματικό για τον 21ο αιώνα», «Το ομιλούν σώμα. Για το ασυνείδητο στον 21ο αιώνα » και «Οι κανονικόμορφες ψυχώσεις και οι άλλοι, υπό μεταβίβαση». Την ίδια στιγμή, όπως το υποδεικνύει η «λακανική θεραπεία» του τίτλου, ζητούμενο είναι να αποκαλύψουμε το έργο των αναλυτών στην πρακτική τους. Θυμίζουμε ότι «Η λακανική πρακτική» ήταν ο τίτλος του Συνεδρίου της Comandatuba, και προτιμήσαμε να μην επαναλάβουμε την ίδια διατύπωση σε αυτή την περίσταση.
Θεωρούμε ότι προσεγγίζοντας το ζήτημα της πρακτικής μέσω του ονείρου δρούμε, κατά κάποιον τρόπο, κόντρα στην εποχή. Ζούμε σε μια εποχή που κάποιοι χαρακτηρίζουν ως εποχή της διαφάνειας [3], επικρατεί η απώλεια του νοήματος, τα πάντα αποκαλύπτονται και παρουσιάζονται ρητά, καταργώντας τη διάκριση μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου. Τη λεγόμενη εποχή της «μετά-ιδιωτικής πράξης» [4]. Παρ’ όλα αυτά, τα όνειρα διατηρούν μια σύνδεση με το πιο ενδόμυχο και, ταυτόχρονα, συνεχίζουν να παρουσιάζονται ως αινιγματικά, για τον εαυτό μας και για τους άλλους. Τα όνειρα δεν είναι διαφανή! Τα όνειρα εξακολουθούν να πιέζουν για την ερμηνεία τους. Ακόμη κλείνουμε τα μάτια μας για να ονειρευτούμε!
Πριν λίγο καιρό, η Κριστίν Ανγκό εξέπληξε τους αναγνώστες της με το βιβλίο Μια εβδομάδα διακοπών [5], στο οποίο «αποκαλύπτει», με τον πιο απερίφραστο τρόπο, χωρίς προκάλυψη, την αιμομικτική σχέση μεταξύ μιας νεαρής κοπέλας και του πατέρα της. Ο Ζ.-Α. Μιλλέρ μιλά για την ευτυχία του ασυνείδητου [6] μπροστά στην κόλαση που αυτή η νεαρή κοπέλα βιώνει παρουσία αυτού του παρωχημένου και παθογόνου [7] πατέρα. Γιατί εκείνη δεν τρέχει μακριά; Γιατί δεν φωνάζει; Γιατί δεν διαμαρτύρεται; Γιατί δεν δραπετεύει; Επειδή το ΟΧΙ, το όριο, το φρένο, έρχονται βέβαια από το ασυνείδητο. Το φρένο σε αυτό τον ασταμάτητο πατέρα αναδύεται από τη βασιλική οδό του ασυνείδητου. Το όνειρο που αυτή εξιστορεί είναι το ανάχωμα για εκείνον. Εκείνη περνά από την κατάσταση της συντριβής εξαιτίας του τροπισμού της προς αυτό τον πατέρα στην ευτυχία του ασυνείδητου, που δεν σημαίνει τη γιορτή της απόλαυσης, αλλά μάλλον μια είσοδο στον κόσμο των υπερβολών της επιθυμίας. Ίσως αυτό το σύντομο μυθιστόρημα και ο σχολιασμός του Ζ.-Α. Μιλλέρ μας επιτρέψουν να προσανατολιστούμε σε μια εποχή που δεν είναι πια εκείνη του Φρόιντ, προκειμένου να ακολουθήσουμε την πορεία της μοναδικής επιθυμίας που λέει ΟΧΙ στο χειρότερο, σε εκείνο που, από τον Πατέρα [Père], θα μπορούσε να οδηγήσει στο χειρότερο [pire] [8].
Το 1911 ο Φρόιντ εφιστά την προσοχή των γιατρών αναφορικά με τη χρήση της Ερμηνείας των ονείρων [9]. Δεν θα ήταν ποτέ σωστό να αναστείλουμε το συμφέρον μιας ανάλυσης προς όφελος της εξαντλητικής ερμηνείας του ονείρου. Ένα όνειρο είναι φτιαγμένο από λέξεις, είναι ένα κείμενο, και ως τέτοιο πρέπει να διαβάζεται. Σύμφωνα με τον Λακάν, ένα όνειρο δεν εισάγει καμία ακατάληπτη εμπειρία, και το διαβάζουμε στις αμφισημίες του αναγραμματίζοντας [10]. Στην τελευταία του διδασκαλία, ο Λακάν αφήνει πίσω του τη γλωσσολογία –ο Μιλλέρ λέει ότι σταματά να κάνει παραληρητική χρήση της γλωσσολογίας [11], δηλαδή ότι σταματά να καθιστά τη συμβολική τάξη το κλειδί της ψυχανάλυσης [12]. Διαχωρίζουμε, λοιπόν, μέσα στο όνειρο, αυτό που αντιστοιχεί στο πεδίο της οιδιπόδειας μυθοπλασίας από αυτό που αντιστοιχεί στο πεδίο της γλαλώσσας, της lalangue. Ο Λακάν σημειώνει ότι αν ο αναλυόμενος, ή η αναλυόμενη, μιλάει μόνο για τους γονείς του/της, αυτό συμβαίνει γιατί εκείνοι είναι που του/της δίδαξαν τη lalangue [13].
Στα Εγκαίνια του Κλινικού Τμήματος, το 1977 [14], ο Λακάν λέει ότι η ψυχαναλυτική κλινική θα έπρεπε να συνίσταται όχι μόνο στην εξέταση της ανάλυσης αλλά εξίσου και στην εξέταση των αναλυτών, ώστε να μπορούν να καταγράφουν τους κινδύνους της πρακτικής τους, αυτό που δικαιώνει την ύπαρξη του Φρόιντ [15]. Βάζει την κλινική, την πρακτική του καθενός πάνω από τις θεωρίες, συμπεριλαμβανομένης και της δικής του. Λέει ότι «έχει συνεργαστεί» [16], αλλά προσθέτει ότι αυτό δεν είναι λόγος να σταματήσουμε εκεί. Θα μπορούσαμε, συνεπώς, να σκεφτούμε ότι αυτό το Συνέδριο ανοίγει έναν κατάλληλο χώρο και χρόνο, ώστε να εξετάσουμε το όνειρο μέσα σε αυτό που είναι επικίνδυνο σε κάθε πρακτική, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο το όνειρο έρχεται κάθε φορά να καταγράψει ή όχι ένα πραγματικό για τον καθένα.
Η φροϋδική θέση για τα όνειρα υποδηλώνει ότι αυτά είναι μια (ψευδαισθητική) εκπλήρωση των επιθυμιών. Σε σχέση με αυτό, μπορούμε να απομονώσουμε τρία στάδια στο έργο του Φρόιντ. Μια πρώτη στιγμή, κατά την οποία όλα τα όνειρα είναι η πραγμάτωση μιας επιθυμίας, και το όνειρο γίνεται, κατά συνέπεια, ερμηνεύσιμο. Μια δεύτερη φάση, με την εμφάνιση του Πέρα από την Αρχή της Ευχαρίστησης, στην οποία ο Φρόιντ πρέπει να αναγνωρίσει την εμφάνιση ονείρων που δεν είναι πραγμάτωση μιας επιθυμίας και, επομένως, δεν είναι ερμηνεύσιμα. Τέλος, μια τρίτη περίοδο, όταν ο Φρόιντ παραδίδει τα όπλα και δέχεται να παραλλάξει την κεντρική του θέση για τα όνειρα. Δεν θα είναι πλέον ζήτημα εξαιρέσεων –όπως στο Πέρα από την Αρχή της Ευχαρίστησης–, αλλά το ζήτημα θα είναι μάλλον πως το όνειρο παρουσιάζει ένα ελάττωμα.
Αν και είναι βέβαιο ότι το όριο στην ερμηνεία του ονείρου είναι από την αρχή παρόν, όταν ο Φρόιντ εισηγείται την ύπαρξη ενός ομφαλού του ονείρου, σε αυτό το τρίτο στάδιο προχωράει ακόμη ένα βήμα. Η οπτική απεικόνιση ή η αναπαραστασιμότητα [Darstellbarkeit, figurabilité], θεωρούμενα ως μετατροπή των αναπαραστάσεων σε εικόνες, είναι ο μηχανισμός μιας «αβλαβούς ψευδαισθητικής εμπειρίας» [17], και ο συμβιβασμός (η συνδιαλλαγή) είναι το αποτέλεσμα που επιτρέπει την επεξεργασία της ενορμητικής κίνησης. Με αφετηρία το σημείο αυτό, ο Φρόιντ επαναπροσδιορίζει την κεντρική του θέση και δηλώνει ο ίδιος πως οφείλει να παρατηρήσει ότι δεν πρόκειται για μια εξαίρεση, αλλά υφίσταται εδώ μια δομική τροποποίηση. Στο Πέρα από την Αρχή της Ευχαρίστησης η εξαίρεση αναφέρεται σε τραυματικά όνειρα. Σε αυτό το τελευταίο όμως στάδιο, ο Φρόιντ φτάνει στο συμπέρασμα ότι «η ασυνείδητη εμμονή σε ένα τραύμα φαίνεται να βρίσκεται μεταξύ των κύριων εμποδίων στη λειτουργία του ονείρου» [18].
Δηλαδή, για κάθε υποκείμενο που παρουσιάζει μια εμμονή στο τραύμα, το όνειρο γίνεται «μια απόπειρα για την εκπλήρωση μιας επιθυμίας» [19], που μπορεί, λοιπόν, να αποτύχει. «Αν και αυτός που κοιμάται πρέπει να ονειρευτεί, καθώς η νυχτερινή ελαχιστοποίηση της απώθησης επιτρέπει την ενεργοποίηση της ορμής της τραυματικής εμμονής, η λειτουργία του έργου του ονείρου (...) μπορεί να ηττηθεί» [20]. Διότι η λειτουργία του ονείρου, όπως και «κάθε ψυχικής πράξης πλήρους αξίας», είναι «να μεταμορφώνει το τραυματικό επεισόδιο στην εκπλήρωση μιας επιθυμίας» [21].Υπό αυτή την έννοια, το όνειρο της Ένεσης της Ίρμα φέρνει στο προσκήνιο την παρουσία ενός ασαφούς ημερήσιου υπολείμματος, που συντίθεται από τον τόνο της φωνής του Όττο, που συνεχίζει να αντηχεί. Ο Φρόιντ ισχυρίζεται εδώ ότι κάποιος ονειρεύεται για να συνεχίσει να εργάζεται και, με αυτή την έννοια, υπάρχει μια πολύ στενή σχέση μεταξύ της λειτουργίας του υπολείμματος και της λειτουργίας του αιτίου. Ο Λακάν, με τη σειρά του, ερευνά αυτό το όνειρο και σημειώνει δύο διακοπές. Από τη μία πλευρά, η θέα του λαιμού, ένα θέαμα που προκαλεί άγχος. Ενώπιον αυτού, διερωτάται γιατί ο Φρόιντ δεν ξυπνά και παρατηρεί ότι «είναι σκληρό καρύδι» [22]. Σε αυτό το όνειρο, ο Φρόιντ φτάνει στο «θεμέλιο των πραγμάτων» [23], εισάγοντας το ζήτημα του σώματος ως σώματος που μιλά και απολαμβάνει, πέρα από τον ναρκισσισμό, πέρα από την εικόνα, ή μάλλον, όπως λέει ο Λακάν στο Σεμινάριο XXIII, «η εικόνα δεν είναι ότι δεν ενέχει συναισθήματα» [24]. Σε όμοια θέση ο Λακάν τοποθετεί το πραγματικό, το άγχος, το γυναικείο σεξουαλικό όργανο και τον θάνατο. Ωστόσο, πρέπει να διευκρινίσουμε εδώ ότι αυτό το αγχογόνο θέαμα δεν παύει να έχει ένα φαντασιακό πλαίσιο μέσα στα όρια του ανοίγματος του στόματος. Από την άλλη πλευρά, η δεύτερη διακοπή συνδέεται με τη γραφή [25], το ίδιο το όριο του λόγου. «Το όνειρο, το οποίο κορυφώθηκε μια πρώτη φορά, όταν το εγώ ήταν εκεί, με τη φρικτή εικόνα που ανέφερα, κορυφώνεται για δεύτερη φορά στο τέλος με έναν τύπο γραμμένο, με τον τρόπο τού Μενέ, Μενέ, Θεκέλ, Ουφαρσίν,[1] στον τοίχο, πέρα από αυτό που δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε ως λόγο, καθολική φήμη. Σαν χρησμός, αυτός ο τύπος δεν δίνει καμιά απάντηση σε τίποτα» [26]. Θέτοντας τα πράγματα έτσι, συναντούμε δύο όρια στη μόνιμη κυκλοφορία μεταξύ του συμβολικού και του φαντασιακού. Όταν έχουμε το όνειρο (iS) [27], συναντάμε διακοπές που συνδέονται με το ξύπνημα, και θα πρέπει να επαληθεύεται, στην κάθε περίπτωση, για ποιο είδος διακοπής πρόκειται. Αλλά όταν το όνειρο ερμηνεύεται (sI) [28], υπάρχει ένα όριο που ονομάζεται ομφαλός. Και στις δύο περιπτώσεις, η δομή του ονείρου, με το ξύπνημά του και με το όριό του, μας επιτρέπει να θέσουμε έναν προσανατολισμό στη θεραπεία.
Όπως μας υπενθυμίζει ο Ζ.-Α. Μιλλέρ, για τον Λακάν το καθεστώς του ασυνείδητου δεν είναι οντικό αλλά ηθικό. Μας λέει ότι είναι απολύτως θεμιτό κάποιος να μην ελπίζει τίποτα από το όνειρο και το νόημά του. Αλλά: «Στην αρχή πρέπει να υπάρχει ένα υποκείμενο που να αποφασίζει, αντιθέτως, να μην είναι αδιάφορο απέναντι στο φροϋδικό φαινόμενο» [29]. Το να μην είναι κανείς αδιάφορος απέναντι στο φροϋδικό φαινόμενο –που δεν είναι το ίδιο με το να ερμηνεύει τα όνειρα με τον φροϋδικό τρόπο– σημαίνει ότι κάποιος πρέπει να αποφασίσει να είναι αναλυόμενος και να αναλύει το ίδιο του το δεν θέλω να γνωρίζω τίποτα για αυτό. Αφού, όπως λέει ο Μιλλέρ, νομιμοποιείται κανείς να σκέφτεται ότι «Δεν έχω τίποτα να κάνω....δεν έχω τίποτα να ελπίζω από την εξιστόρηση των ονείρων μου και την προσπάθεια να τους δώσω ένα νόημα» [30]. Η αναλυτική θέση πάει πέρα από αυτή τη νομιμοποίηση και ενέχει έναν εξαναγκασμό και μια απόφαση. Με τον τρόπο αυτό, ο όρος χρήση μας εισάγει σε ένα πέραν των μυθευμάτων του είναι, και ο Μιλλέρ τον τοποθετεί στο ίδιο επίπεδο με τον όρο δομή. Η χρήση απο-δομεί το συμβολικό σύστημα για να μας εισαγάγει στην έκφραση της λογικής χρήσης του συνθώματος. Είναι ζήτημα, λέει ο Μιλλέρ, μιας ανώτερης πραγματολογίας.
Με παρόμοιο τρόπο, ο Ζ.-Α. Μιλλέρ υποδεικνύει [31] ότι υπάρχουν όνειρα στα οποία παρίσταται μια απόλαυση που δεν υπόκειται στον μυθοπλαστικό μηχανισμό της απαγόρευσης –εκεί η απόλαυση γίνεται παρούσα ως σωματοσυμβάν. Έτσι, σε ορισμένες ψυχώσεις, το όνειρο δεν απαιτεί ερμηνεία και μπορεί να είναι ένας τρόπος κατευνασμού της αφόρητης φωνής της ψευδαίσθησης. Το όνειρο ως σχηματισμός του ασυνείδητου διέπεται από τη λογική της απαγόρευσης/άδειας, όπως το όνειρο της Άννα Φρόιντ. Εκεί, η απόλαυση πρέπει να απορριφθεί, προκειμένου να επιτευχθεί στην αντίστροφη κλίμακα του νόμου της επιθυμίας [32]. Αλλά όταν ο Λακάν θέτει τη γυναικεία απόλαυση ως καθεστώς της απόλαυσης αυτής καθαυτή, δεν είναι πλέον ζήτημα απαγόρευσης και άδειας, αλλά ζήτημα σωματοσυμβάντος –είναι αδιαφανής καθότι ανθίσταται στο νόημα αλλά όχι στη λογική, δεδομένου ότι αφορά ένα πραγματικό που μπορεί να εκτεθεί.
Η Μαρί-Ελέν Μπρους μας προσκαλεί να επανεξετάσουμε με βάση την οπτική του ονείρου τις προόδους που πέτυχε ο Λακάν και στη συνέχεια ο Ζ.-Α. Μιλλέρ αναφορικά με το πραγματικό ασυνείδητο, που διακρίνεται από το αποκρυπτογραφήσιμο και μεταβιβαστικό ασυνείδητο. «Πώς παρουσιάζεται αυτό το νέο δίπολο και ποια, για μας, η χρήση του στις θεραπείες λακανικού προσανατολισμού με βάση την οπτική του ονείρου;» [33]
Το une bévue (ένα-αβλέπτημα), το Unbewusste (ασυνείδητο), καθαρή ομοφωνία, η χαρά του ασυνείδητου. «Το une bévue επικαλείται ένα σημαίνον που θα ήταν καινούργιο, όχι διότι θα ήταν απλώς ένα επιπλέον σημαίνον, αλλά επειδή αντί να επιμολυνθεί από τον ύπνο, θα προκαλούσε μια αφύπνιση.»[34]
Από την πλευρά του, ο Ερίκ Λωράν προτείνει να διακρίνουμε τον φροϋδικό τύπο, που υποστηρίζει ότι τα όνειρα είναι η πραγματοποίηση μιας επιθυμίας, από έναν λακανικό τύπο σύμφωνα με τον οποίο τα όνειρα θα απέβλεπαν στην πραγμάτωση μιας αφύπνισης. Ένας αντι-φροϋδικός Λακάν που θα επέτρεπε στο όνειρο να αποκρυπτογραφηθεί, δίνοντας στον όρο αποκρυπτογράφηση όλη την αξία που μπορεί ακόμα να έχει σήμερα –προκειμένου να γίνει ένα όργανο αφύπνισης [35]. Μας υποδεικνύει, ταυτόχρονα, ότι δεν υπάρχει κατάσταση μόνιμης επαγρύπνησης –αυτό θα ήταν θάνατος. Είναι βάσει της χρήσης του, και όχι μόνο της ερμηνείας του, που το όνειρο διατηρεί την εγκυρότητά του στην τρέχουσα εποχή.
Εάν κάθε Συνέδριο είναι μια αίρεση που κάνει τη Μία-Σχολή να υπάρχει [36], πιστεύουμε, και ευελπιστούμε, ότι το επόμενο Συνέδριο θα συμβάλει στον προσανατολισμό των αναλυτών κατά την ανάγνωση του ονείρου στη λακανική θεραπεία του σήμερα.
Η μετάφραση του κειμένου έγινε από τα γαλλικά. Συμβουλευτήκαμε το ισπανικό πρωτότυπο.
Μετάφραση: Γιάννης Δημητράκος
Επιμέλεια: Άννα Πίγκου, Ελένη Τέντσου
24 Φεβρουαρίου 2020
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
J. Lacan, «La Troisième», La Cause freudienne, 79, Navarin, Παρίσι 2011, σ. 24.
A. Harari, J. Santiago, Πρακτικά της Συνάντησης του Συμβουλίου της ΠΨΕ, Φεβρουάριος 2019.
Byun-Chul Han, The Transparency Society, Stanford University Press, Καλιφόρνια 2012.
Στο ίδιο, σ. 32.
C. Angot, Une semaine de vacances. J’ai lu, Flammarion, Παρίσι 2012.
J.-A. Miller, «Une semaine de vacances, Christine Angot: lecture», Revue: Nouage/Bulletin de l'ACF Midi-Pyrénées, Ιούνιος 2015, n°2, σ. 23.
Στο ίδιο, σ. 20
F. Naparstek, « De lo insoportable del padre a la alegria del inconsciente (Comentario sobre el encuentro de Jacques-Alain Miller con Christine Angot en el Teatro Sorano)», στο Feminismos. Variaciones y Controversias, COL, Grama, Μπουένος Άιρες 2018, σ. 48, 49.
S. Freud, «Le maniement de l'interprétation du rêve en psychanalyse», στο Oeuvres complètes, vol XI, P.U.F., Παρίσι 1998, σ. 47.
J. Lacan, Le Séminaire, livre XX, Encore, Seuil, Παρίσι 1975, σ. 88.
J.-A. Miller, L’orientation lacanienne. Le tout dernier Lacan, διδασκαλία που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του πανεπιστημίου Paris VIII, μάθημα της 16ης Μαΐου 2007, ανέκδοτο στα γαλλικά
Στο ίδιο.
J. Lacan, «Vers un signifiant nouveau», Ornicar?, 17/18, Lyse, Παρίσι 1979, σ.13.
J. Lacan, «Ouverture de la section Clinique», Ornicar?, 9, Lyse, Παρίσι 1977, σ. 7-14.
Στο ίδιο, σ.14.
Στο ίδιο.
Πρβλ. S. Freud, «Révision de la théorie du rêve. XXIX conférence», στο Nouvelles conférences d’introduction à la psychanalyse, Gallimard, Παρίσι 1984, σ. 26.
Πρβλ. στο ίδιο, σ. 43-44.
Πρβλ. στο ίδιο, σ. 43.
Πρβλ. στο ίδιο, σ. 44.
Πρβλ. στο ίδιο, σ.44.
J. Lacan, Le Séminaire, livre II, Le moi dans la théorie de Freud et dans la technique de la psychanalyse, Seuil, Παρίσι 1978, σ. 186.
Στο ίδιο, σ.186.
J., Lacan, Le Séminaire, livre XXIII, Le sinthome, Seuil, Παρίσι 2005, σ. 149.
J. Lacan, Le Séminaire, livre II, ό.π., σ. 190.
Στο ίδιο, σ. 190.
Στο ίδιο, σ. 231.
Στο ίδιο, σ. 184.
J.-A. Miller, « Habeas corpus», La Cause du désir 94, Παρίσι 2016, σ.166.
Στο ίδιο, σ. 166.
J.-A. Miller, L’orientation lacanienne. L’être et l’Un, διδασκαλία που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του πανεπιστημίου Paris VIII, μάθημα της 2ας Μαρτίου 2011, ανέκδοτο στα γαλλικά.
J. Lacan, « Subversion du sujet et dialectique du désir », στο Ecrits, Seuil, Παρίσι 1966, σ. 827.
M.-H. Brousse, Παρέμβαση κατά τη βραδιά της ΠΨΕ «Une nuit de rêve. Vers le XII Congrès de l’AMP !», ECF, Παρίσι, 28 Ιανουαρίου 2019, ανέκδοτο
J.-A. Miller, L’orientation lacanienne. Le tout dernier Lacan, ό.π., μάθημα της 14ης Μαρτίου 2007, ανέκδοτο στα γαλλικά.
E. Laurent, Παρέμβαση κατά τη βραδιά της ΠΨΕ «Une nuit de rêve. Vers le XII Congrès de l’AMP !», ECF, Παρίσι, 28 Ιανουαρίου 2019, ανέκδοτο
E. Laurent, στο ίδιο.
[1] Δανιήλ, Ε' 25: Και τούτη είναι η γραφή που εγχαράχθηκε: Μενέ, Μενέ, Θεκέλ, Ουφαρσίν. 26 Αυτή είναι η ερμηνεία του πράγματος: Μενέ, ο Θεός μέτρησε τη βασιλεία σου, και την τελείωσε. 27 Θεκέλ, ζυγίστηκες στην πλάστιγγα, και βρέθηκες ελλιπής. 28 Φερές, διαιρέθηκε η βασιλεία σου, και δόθηκε στους Μήδους και Πέρσες.